dc.description | Η παρούσα εργασία πραγματεύεται το θέμα της επίδρασης της νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας, ως του Ανώτατου Διοικητικού Δικαστηρίου, στην ανάπτυξη του Συστήματος Κοινωνικής Πρόνοιας. Το θέμα, αν και νομικό, αναλύεται με τρόπο εύληπτο για κάθε ενδιαφερόμενο/η αναγνώστη/ρια. Στόχος είναι η εύρεση δικαστικών αποφάσεων οι οποίες έχουν, τυχόν, επηρεάσει το Σύστημα Κοινωνικής Πρόνοιας. Οι αποφάσεις αυτές έχουν εκδοθεί είτε κατόπιν αίτησης ακύρωσης διοικητικών πράξεων είτε κατόπιν αίτησης αναίρεσης τελεσίδικων αποφάσεων των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων. Μεθοδολογικά, η έρευνα της νομολογίας πραγματοποιήθηκε με δύο τρόπους: πρώτον, με βάση τους κύριους νόμους που διέπουν το Σύστημα Κοινωνικής Πρόνοιας και δεύτερον με βάση το άρθρο 21 του Συντάγματος και τις κοινωνικές ομάδες που αντλούν δικαιώματα από τις επιμέρους παραγράφους του άρθρου αυτού. Η μεθοδολογία εκπόνησης της εργασίας περιλάμβανε αναλυτική έρευνα, μελέτη και καταγραφή αποφάσεων από διάφορες (έντυπες και ηλεκτρονικές) πηγές νομολογίας. Βρέθηκαν εξήντα (60) συνολικά αποφάσεις, το κρίσιμο σκεπτικό των οποίων καταγράφεται συνοπτικά στο κύριο μέρος της εργασίας. Επίσης, αντικείμενο της έρευνας ήταν η διαπίστωση εκείνων των αποφάσεων που έχουν κρίνει αντισυνταγματικές, νομοθετικές διατάξεις οι οποίες έχουν εφαρμοστεί στις συγκεκριμένες υποθέσεις. Επισημαίνεται ότι δεν ερευνάται σε πόσες περιπτώσεις έχουν τελικά δικαιωθεί ή όχι οι προσφεύγοντες. Ελπίζεται ότι το αριθμητικό αποτέλεσμα μαζί με τα συμπεράσματα που δίδονται στον επίλογο να συνεισφέρουν, έστω το ελάχιστο, στην κατανόηση της επίδρασης της νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας στο Σύστημα Κοινωνικής Πρόνοιας. | en_US |