dc.description | Βασικός σκοπός της παρούσας εργασίας είναι να εξεταστεί η αποτελεσματικότητα της Ευρωπαϊκής Πολιτικής Γειτνίασης (από οικονομικής και εμπορικής άποψης) στη λεκάνη της Μεσογείου μετά την Αραβική Άνοιξη. Η εργασία καταλήγει να θεωρεί πως η ευρωμεσογειακή συνεργασία, όπως σήμερα διαμορφώνεται, συνεχίζει να διατηρεί έντονα χαρακτηριστικά ασύμμετρης σχέσης με τις χώρες της Μεσογείου. Την ίδια στιγμή, παρά το γεγονός ότι εφαρμόζει μια πιο ρεαλιστική και στοχευμένη πολιτική, η αλά καρτ προσέγγιση των ζητημάτων που απασχολούν τα κράτη της περιοχής, η περιορισμένη αποτελεσματικότητα της απελευθέρωσης του εμπορίου στις οικονομίες και κατά συνέπεια στην κοινωνία των νότιων εταίρων, το δίλημμα σταθερότητας – εκδημοκρατισμού και η περίοδος εσωστρέφειας της ΕΕ, την απαξιώνουν στη γειτονιά της και πλέον δεν φαίνεται να εμπνέει και να θεωρείται ως τελική επιλογή για τους λαούς της περιοχής.
Η παρούσα εργασία είναι αποτέλεσμα δευτερογενούς έρευνας και επομένως προϊόν μελέτης της υπάρχουσας βιβλιογραφίας (βιβλία, άρθρα, επιστημονικά περιοδικά) καθώς και έρευνας και επεξεργασίας ποσοτικών δεδομένων.
Σημειώνεται πως για την εκπόνηση της εργασίας καθίσταται αναγκαίος ο γεωγραφικός προσδιορισμός της Μεσογείου. Η παρούσα εργασία επιλέγει να εστιάσει στις χώρες όπου η ΕΕ κατονομάζει επίσημα ως νότιους εταίρους και όπου εφαρμόζεται η Ευρωπαϊκή Πολιτική Γειτνίασης δηλαδή: Αλγερία, Αίγυπτο, Ισραήλ, Ιορδανία, Λίβανος, Λιβύη, Μαρόκο, Παλαιστινιακή Αρχή, Συρία και Τυνησία (Επιτροπή, 2017). | en_US |